Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014

Βεντέτες, εμφύλιοι και ξυλοδαρμοί μέσα στη... 17Ν


ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΚΑΚΑΟΥΝΑΚΗ / kathimerini.gr

«Κάτσε να έρθει πίσω και θα δει τι έχει να γίνει...». Τα λόγια του Ηρακλή Κωστάρη, όταν είδε την περασμένη εβδομάδα τα τζιπ της Αντιτρομοκρατικής να περνούν την πύλη της Κεντρικής Αποθήκης Υλικού Κορυδαλλού, είναι ενδεικτικά της έντονης δυσαρέσκειας που έχει δημιουργηθεί για το πρόσωπο του Χριστόδουλου Ξηρού μέσα στη φυλακή. 


Ο Κωστάρης, που τα τελευταία χρόνια έμενε σε θάλαμο της ΚΑΥΦ και ήταν υπεύθυνος για την παρασκευή και διανομή άρτου στα νοσοκομεία και τις φυλακές όλης της χώρας, μεταφέρθηκε με συνοπτικές διαδικασίες στο ημιυπόγειο κελί των γυναικείων φυλακών. Το ίδιο και οι εναπομείναντες τρεις κρατούμενοι της 17Ν και ένα μέλος του Επαναστατικού Αγώνα, ενώ του κόπηκαν «μέχρι νεοτέρας» οι εκπαιδευτικές άδειες που έπαιρνε τα τελευταία χρόνια για να σπουδάσει ηλεκτρονικούς υπολογιστές σε ΤΕΙ.


Από την άλλη, οι δημόσιες δηλώσεις τόσο του αδερφού του, Σάββα, όσο και του Δημήτρη Κουφοντίνα, που μέχρι πρότινος είχε καλές σχέσεις με τον Χριστόδουλο, επιβεβαιώνουν πως ακόμα και οι τελευταίοι παλιοί του σύντροφοι αποστασιοποιούνται. Γιατί όσον αφορά τον Γιωτόπουλο, η ρήξη είναι γνωστό πως είχε έρθει πολύ νωρίτερα. Συγκεκριμένα, πριν από δώδεκα χρόνια, ένα βράδυ του Ιουλίου, όταν στα γραφεία της ΓΑΔΑ για πρώτη φορά μετά τη σύλληψή τους, οι αξιωματικοί της Αντιτρομοκρατικής έφερναν τους δύο άνδρες στο ίδιο δωμάτιο: Ο Χριστόδουλος, που λίγα λεπτά πριν τον είχε αναγνωρίσει σε μια φωτογραφία ως τον αρχηγό της 17Ν, ανασηκώνεται θυμωμένος: «Γεια σου, Λάμπρο», του λέει, «Ποιος είστε, κύριε, δεν σας γνωρίζω» του απαντά ο Γιωτόπουλος και τον εξαγριώνει: «Τι λες, ρε παλιοκάθαρμα, που πήγες να φας τον αδερφό μου!»

Ο Ξηρός είχε πειστεί πως ο Γιωτόπουλος ευθυνόταν για τον παραλίγο θανάσιμο τραυματισμό του αδερφού του στον Πειραιά, ενώ ο Γιωτόπουλος φαίνεται πως δεν συγχώρεσε ποτέ στα αδέρφια Ξηρού ότι τον αναγνώρισαν ως τον αρχηγό και καθοδηγητή της 17Ν. Από την πρώτη στιγμή είχε –επισήμως τουλάχιστον– αρνηθεί τα πάντα, διαχωρίζοντας έτσι τη θέση του από τους υπολοίπους.

«Ειδικός απεσταλμένος»

Οι πρώτοι μήνες στη φυλακή ήταν καθοριστικοί για τις μετέπειτα ισορροπίες. Ο Γιωτόπουλος τοποθετήθηκε αρχικά στο ίδιο κελί με τον Βασίλη Τζωρτζάτο και φαίνεται πως τον έπεισε να αλλάξει τη στάση του. Μετά λίγες εβδομάδες «συγκατοίκησης», ο Τζωρτζάτος ζήτησε να κάνει συμπληρωματική κατάθεση στην οποία το όνομα «Γιωτόπουλος» εξαφανίστηκε από το κείμενο. Από εκείνη τη στιγμή γίνεται ο έμπιστος του Γιωτόπουλου μέσα στη φυλακή, τον βοηθάει στις καθημερινές δουλειές –μέχρι και ταμπουλέ, το αγαπημένο του φαγητό του ετοίμαζε– και βασικά γίνεται ο «ειδικός απεσταλμένος του»: ενόψει της δίκης προσεγγίζει τα υπόλοιπα μέλη σε μια προσπάθεια να τους πείσει να αρνηθούν τα πάντα...

Οταν το μεσημέρι της 5ης Σεπτεμβρίου 2002 ο Κουφοντίνας παραδίδεται αυτοβούλως, η ένταση κορυφώνεται. Η ομολογία του φαίνεται πως έφερε σε δύσκολη θέση τον Γιωτόπουλο, αφού ξαφνικά στους κύκλους που τον ενδιέφεραν, ο Κουφοντίνας ήταν «ο μόνος που φορούσε παντελόνια». Από την άλλη, οι αδερφοί Ξηροί προσηλώθηκαν στον Κουφοντίνα και σύντομα άλλαξαν και αυτοί στάση αρνούμενοι τις αρχικές τους ομολογίες. Η σχέση τους πήγαινε χρόνια πίσω, στη δεκαετία του ’80, όταν μέσα από τη στρατολόγησή τους στη 17Ν ήρθαν κοντά. Τότε είχαν μετακομίσει όλοι μαζί σ’ ένα διαμέρισμα στον Νέο Κόσμο και εκεί είναι που ο Κουφοντίνας ερωτεύτηκε την τότε σύζυγο του Σάββα, χωρίς αυτό όμως να επιβαρύνει τη σχέση των δύο ανδρών. Ο Κουφοντίνας φαίνεται πως είχε δείξει ιδιαίτερη κατανόηση στη στάση του Σάββα όταν αυτός τραυματισμένος ομολόγησε τα πάντα. Η ομολογία του Χριστόδουλου από την άλλη ήταν διαφορετική ιστορία.

Οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι θυμούνται, άλλωστε, πως ο Χριστόδουλος μπαίνοντας στη φυλακή ήταν για όλους «ο προδότης», τις πρώτες ημέρες ακόμα και άσχετοι κρατούμενοι τον γιούχαραν από το προαύλιο. Το κλίμα, βέβαια, άλλαξε με τον καιρό και όταν 10 χρόνια αργότερα ύστερα από επίμονες προσπάθειες του Ξηρού –και βασικά βάζοντας φωτιά στο κελί του– κατάφερε να μεταφερθεί στην πέμπτη πτέρυγα των δικαστικών φυλακών, για τους εκεί κρατούμενους ήταν και πάλι «ο Μανώλης» της 17Ν. Βέβαια Γιωτόπουλος και Τζωρτζάτος, που παρέμειναν στα ημιυπόγεια κελιά, συνέχισαν να παραπονιούνται γιατί έβλεπαν όλα τα αιτήματα του «καταφερτζή» Ξηρού να ικανοποιούνται.

Τα δύο στρατόπεδα που είχαν σχηματιστεί από τον πρώτο κιόλας μήνα φυλάκισης των μελών της 17Ν πέρασαν γρήγορα σε περίοδο έντονων –πολιτικών κυρίως– αντιπαραθέσεων που είχαν οδηγήσει ουκ ολίγες φορές σε βίαιους καβγάδες ήδη από την εποχή της δίκης το 2003, πολύ νωρίτερα δηλαδή από το καλοκαίρι του 2009, όταν ένα βίαιο περιστατικό ανάγκασε τη διοίκηση των φυλακών να χωρίσουν τα στρατόπεδα και... χωροταξικά.

Τότε, ένα πρωί οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι άκουσαν φωνές από τον προαύλιο χώρο: μια κουβέντα του Τζωρτζάτου που άκουγε ραδιόφωνο με τον Γιωτόπουλο φαίνεται πως πίκαρε τον Κουφοντίνα την ώρα που έβαζε μπουγάδα. Κουφοντίνας και Γιωτόπουλος, σύμφωνα με τους σωφρονιστικούς, πιάστηκαν στα χέρια, ο Χριστόδουλος έτρεξε να «ενισχύσει» τον Κουφοντίνα και επιτέθηκε με γροθιές στον Γιωτόπουλο, δαγκώνοντάς του το πόδι. Ηταν πλέον εμφανές πως η κόντρα έπαιρνε ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Σήμερα στη μια άκρη της πτέρυγας βρίσκεται ο Κουφοντίνας, στην άλλη το κελί του Γιωτόπουλου και μία πόρτα χωρίζει τους δύο χώρους. Η πόρτα αυτή τα τελευταία χρόνια παραμένει πλέον ανοικτή τις περισσότερες ώρες της ημέρας, παρόλα αυτά οι δύο άνδρες παραμένουν πιστοί στην πολύχρονη βεντέτα...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε το σχόλιο σας και θα δημοσιευτεί αρκεί να μην είναι υβριστικό ή... διαφημιστικό!

LinkWithin

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...