«Είχαμε μια δυσκολία στην επιλογή ονόματος της πρωτότοκης κόρης μας, καθώς το όνομα της πεθεράς μου- που θέλαμε να της δώσουμε- δεν ήταν τόσο εύηχο και είχε ήδη δοθεί από τον κουνιάδο μου. Ετσι, προχωρήσαμε στον συνδυασμό των αρχικών συλλαβών των ονομάτων των γονιών μας κι έπειτα από πολλή σκέψη καταλήξαμε στο Βαλέρια».
Η κ. Νάγια Παπανδρέου ζει στη Θεσσαλονίκη, είναι δικηγόρος και μητέρα δύο κοριτσιών, της 10χρονης Βαλέριας και της 7χρονης Αλεξίας.
«Προβληματιστήκαμε πολύ πριν καταλήξουμε στο όνομα της πρώτης μας κόρης», λέει η 35χρονη μητέρα και εξηγεί «”Βα” από το Βαρβάρα, που λένε την πεθερά μου, συν “αλε” από το Αλέξης, που ονομάζεται ο πεθερός μου, και “ρ” που εμπεριέχεται στο όνομα του πατέρα μου, Αλέξανδρος. Ολα αυτά σε συνδυασμό με την κατάληξη “ια” από το όνομα της μητέρας μου, Σοφίας, οδηγούν στο όνομα Βαλέρια».
Η επιλογή ωστόσο αποδείχθηκε πιο εύκολη για το όνομα της μικρότερης κόρης του ζευγαριού, μιας και ο σύζυγος της κ. Παπανδρέου ήθελε να τηρηθούν οι παραδόσεις και να ικανοποιηθούν οι παππούδες. «Ο σύζυγός μου από το πρώτο παιδί ήθελε να δώσουμε το όνομα του πατέρα του, επειδή ήταν κορίτσι όμως το αφήσαμε περιμένοντας μήπως το επόμενο παιδί ήταν αγόρι. Τελικά, το όνομα δόθηκε στη μικρότερη κόρη μας, Αλεξία», λέει. Η παράδοση που θέλει τα παιδιά όταν βαφτίζονται να παίρνουν τα ονόματα των παππούδων και των γιαγιάδων ακολουθείται πλέον ολοένα και λιγότερο. Η σύγχρονη τάση είναι να αναζητώνται ονόματα προερχόμενα από την αρχαία Ελλάδα, εύηχα ή με ιδιαίτερη σημασία και ερμηνεία για το ζευγάρι. Πάντως, το όνομα που επιλέγεται τελικά δείχνει πράγματα για το παιδί και το οικογενειακό του περιβάλλον. «Τα μικρά ονόματα είναι ο καθρέφτης των ανθρώπων» σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο κ. Χαράλαμπο Στέρτσο, «και μέσα από αυτά μπορεί να κατανοήσει κάποιος το άτομο ή την οικογενειακή του κατάσταση. Όσο πιο παραδοσιακή είναι η κοινωνία τόσο περισσότερο ακολουθείται η συνήθεια να δίνονται τα ονόματα των παππούδων ή των γιαγιάδων. Σε άλλες περιπτώσεις, όπου το μορφωτικό επίπεδο των γονιών είναι πιο υψηλό ή οι οικογενειακοί δεσμοί πιο χαλαροί, δίνονται συχνότερα αρχαιοελληνικά ονόματα- ή διπλά- σηματοδοτώντας με τον τρόπο αυτό μία καινούργια αρχή», λέει και συμπληρώνει ότι τα ζευγάρια που έχουν πιο ανανεωτική διάθεση στρέφονται συνήθως σε εντελώς ασυνήθιστα και ξένα προς το οικογενειακό περιβάλλον ονόματα.
«Εάν διακρίνουμε τα βαφτιστικά ονόματα ως προς την προέλευσή τους σε αρχαιοελληνικής, θρησκευτικής, βυζαντινής και λαϊκής παράδοσης, εκείνο που θα μπορούσαμε να πούμε με σχετική ασφάλεια είναι η διαχρονική επικράτηση των θρησκειωνυμίων- όπως για παράδειγμα Γιώργος- Γεωργία, ΓιάννηςΓιάννα, Κώστας- Κωνσταντίνα, Μάριος- Μαρία. Από εκεί και πέρα, με κάποιες επιμέρους διαπιστώσεις, φαίνεται ότι τόσο τα λαϊκά- όπως Λεμονιά, Ασημίνα, Κρυστάλλω, Μαλαματένια, Αγορίτσα- όσο και τα βυζαντινά ονόματα- Ρήγας, Βασιλοπούλα, Σουλτάνα- τελούν υπό συρρίκνωση τόσο στα αστικά κέντρα όσο και στην επαρχία. Το γεγονός αυτό ενδεχομένως αντικατοπτρίζει μια γενικότερη απομάκρυνσή μας από τον βυζαντινό και λαϊκό πολιτισμό», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Ξενοφών Τζαβάρας, ονοματολόγος- γλωσσολόγος και γενικός γραμματέας της Ελληνικής Ονοματολογικής Εταιρείας.
Οπως επισημαίνει ο κ. Τζαβάρας, το κενό που δημιουργείται από τη βαθμιαία συρρίκνωση θρησκευτικών και βυζαντινών ονομάτων φαίνεται ότι καλύπτεται κυρίως από τα ονόματα αρχαιοελληνικής προέλευσης που πηγάζουν από την ελληνική μυθολογία και ιστορία, όπως για παράδειγμα Αλκμήνη, Ανδρομάχη, Ιφιγένεια, Αριστομένης. «Αυτά τα ονόματα μοιάζει να κατακτούν τα τελευταία χρόνια έδαφος στον χώρο της ονοματοθεσίας κυρίως στα αστικά κέντρα. Οι γονείς, μάλιστα, φαίνεται να προέρχονται συνήθως από τη μέση- ανώτερη εκπαιδευτικά, κοινωνικά, οικονομικά τάξη», λέει.
Σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα της Ελληνικής Ονοματολογικής Εταιρείας, αυτό το συμπέρασμα δεν πηγάζει από κάποια επίσημη έρευνα αλλά ερμηνεύεται συνδυαστικά, αφενός ως αποτέλεσμα της γενικότερης χαλάρωσης των οικογενειακών δεσμών, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα, με άμεση συνέπεια τη μη αυστηρή τήρηση της παράδοσης κι αφετέρου του καλύτερου μορφωτικού επιπέδου των γονέων. Προσθέτει δε ότι «η παρατηρούμενη συχνή ύπαρξη διπλών ονομάτων, αρχαιοελληνικής και θρησκευτικής προέλευσης, όπως Γεωργία- Ξανθίππη, ίσως υποδηλώνει την προσπάθεια συνδυασμού της παραδοσιακής εθιμικής ονοματοθεσίας με τη διάθεση επέκτασης αρχαιοελληνικών και σπάνιων ονομάτων».
ΚΑΙ ΠΟΙΟΝ ΝΟΙΑΖΟΥΝ ΟΛΑ ΑΥΤΑ
ΑπάντησηΔιαγραφήΟΛΟΚΛΗΡΟ ΚΕΙΜΕΝΟ FOR NOTHING.